Τι γίνεται με τις γυναίκες;
Της Έλενας Σκαρπίδου
Ερευνώντας και συζητώντας το θέμα της ισότητας των φύλων και της αναγκαιότητας μεγαλύτερης συμμετοχής της γυναίκας στην εργασία και γενικότερα στην κοινωνική ζωή και τον πολιτισμό προκύπτει συνεχώς ένα ερώτημα, στη δική μου συνείδηση τουλάχιστον: Τι συνέβη τα τελευταία χρόνια που οι γυναίκες απόκτησαν μεγαλύτερη πρόσβαση στην εργασία, συμπεριλαμβανόμενης και της πολιτικής;
Από την πλευρά των γυναικών, μπορούμε άραγε με ευκολία να συμπεράνουμε ότι είναι πιο ευτυχισμένες; Από κοινωνικής πλευράς δε, η αναρρίχησή τους σε θέσεις εξουσίας άλλαξε καθόλου τη φύση αυτής της εξουσίας; Το δεύτερο ερώτημα είναι πιο εύκολο να απαντηθεί γιατί είναι πιο χειροπιαστό: «Οι γυναίκες που προβιβάζονται σε θέσεις και σύντομα αποκτούν τόσο οικονομικά προνόμια όσο και ναρκισσιστικά, που για χιλιετίες ήταν απαγορευμένα, γίνονται οι στυλοβάτες των καθεστώτων, οι φύλακες του status quo, οι πιο ένθερμες προστάτιδες της καθεστηκυίας τάξης.» (J. Kristeva, Des Chinoises)
Η εμπειρία μας δείχνει ότι η ζωντάνια ενός τόσο φιλελεύθερου κινήματος, όπως ο φεμινισμός, καταλήγει σε φιάσκο όταν κάποιοι το χρησιμοποιούν μόνο για να εκδημοκρατίσουν τους θεσμούς. Η άνοδος των γυναικών σε αυτούς, τις περισσότερες φορές καταλήγει στην κατασκευή «αρχηγών» θηλυκού γένους, χωρίς τον εμπλουτισμό των θεσμών αυτών, όπως θα περίμενε κανείς, με τις ιδιαιτερότητες, την εμπειρία , τον ανθρωπισμό που υποτίθεται ότι διαθέτουν οι γυναίκες.
Είμαστε μάρτυρες λοιπόν, μιας μαζικής εξόρμησης «dominant» γυναικών που σε συνδυασμό με τις ψυχρές φιλοδοξίες της εργαστηριακής βιοχημείας και τη «νομιμοποίηση» του τρανσεξουαλισμού φέρνουν τον άνθρωπο σε αμηχανία ως προς την ιδιαιτερότητα του ρόλου που του προσδίνει το φύλο του.(βλ. J.Riviere, Θηλυκότητα σα μάσκα). Ότι τα φύλα συναιρούνται αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, γεγονός. Το ανθρώπινο σώμα τείνει να γίνει «ένα κύκλωμα» με δύο πόλους, αρσενικό/θηλυκό (Μποντριγιάρ), όπως το θετικό/αρνητικό μιας μπαταρίας (Αρανίτσης).
Κι αφού οι γυναίκες έγιναν «άντρες», εν ονόματι μιας κενής σε νόημα σεξουαλικότητας (unisex), ήδη από τη δεκαετία του ’60, ήταν αναπόφευκτο να έρθει κι η ώρα των αντρών να γίνουν «γυναίκες» ακολουθώντας τα πρότυπα του life style που σαφώς εξυπηρετεί καταναλωτικά συμφέροντα. Άντρες λοιπόν που αγοράζουν καλλυντικά και γκάτζετ κάθε είδους και που συχνάζουν σε ινστιτούτα αισθητικής και διάφορα ερμαφρόδιτα, καινοφανή όντα που εισάγονται από τα ΜΜΕ και κυκλοφορούν ανάμεσά μας καταργώντας τάχα τη διαφορά ανάμεσα στα φύλα, κάνουν το θέμα της ισότητας πολύ περίπλοκο.
Φυσικά, θεωρώ αυτονόητο ότι οι διεκδικήσεις των γυναικών όλα αυτά τα χρόνια, για ισότητα μισθών, για συμμετοχή στους κοινωνικούς θεσμούς επί ίσοις όροις με τους άντρες απέφεραν και συνεχίζουν να αποφέρουν ακόμα (αντισύλληψη, άμβλωση, ισότητα μισθών, συμμετοχή σε όλων των ειδών τα επαγγέλματα κ.λ.π.). Παρόλα αυτά όμως, το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στην Ελλάδα παραμένει μικρό.
Ο Freud το 1933 έγραφε ότι ψυχική υγεία σημαίνει να αγαπάς και να εργάζεσαι, χωρίς καταναγκαστική πίεση. Οι γυναίκες λοιπόν που αφιερώνονται στο σπίτι και στα παιδιά, είτε με δική τους απόφαση ή εξ αιτίας της ανεργίας, παραμελούν το άλλο κομμάτι του εαυτού τους που δίνει έκφραση στην ανάγκη για δημιουργικότητα και δράση. Έτσι δίνουν «τα πάντα» στα μέλη της οικογένειας και περιμένουν όλες τις ικανοποιήσεις από αυτά, αλλά η ικανοποίηση δεν έρχεται. Αυτό που τελικά έρχεται είναι η θλίψη και το αίσθημα μοναξιάς (όλο και περισσότερες γυναίκες υποφέρουν από κατάθλιψη και σε όλο και μικρότερες ηλικίες (Τ.Δραγώνα). Τα παιδιά ασφυκτιούν από την τόσο μεγάλη αφοσίωση, δυσφορούν , πνίγονται και ο άντρας αποξενώνεται και ζει τη δική του μοναξιά, εκεί έξω στο σκληρό σημερινό κόσμο της εργασίας. Βασιζόμενοι στον παραπάνω ορισμό της ψυχικής υγείας, θα μπορούσε κανείς να πει ότι οι περισσότεροι άντρες στη σημερινή κοινωνία είναι εξίσου παγιδευμένοι, αλλά σιωπούν (από αυτή την άποψη δεν υπάρχει για τους άντρες ένα κίνημα, όπως το φεμινιστικό, για να φέρνει στο προσκήνιο την ιδιαιτερότητα της δικής τους θέσης). Έχουν ανάγκη να μάθουν να σταματούν να εργάζονται για να ανακαλύψουν ότι η ευχαρίστησή τους έχει καταναγκαστική διάσταση, ότι η εργασία είναι γι’ αυτούς ένα ναρκωτικό για να γλιτώσουν από τον ψυχικό πόνο και να αποφεύγουν να συλλογίζονται τις αιτίες του. Πολλοί άνθρωποι που είναι συνέχεια απασχολημένοι με το «πράττειν» αντί του «είναι», δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στη φαντασία και στο όνειρο (Joyce McDoudgall). Ο σημερινός άντρας χρειάζεται εξίσου με τη γυναίκα την ανθρώπινη επαφή με τα μέλη της οικογένειας για να ανταπεξέλθει ψυχικά και ο μόνος τρόπος για να έχει το χρόνο να το επιδιώξει, είναι να μοιραστεί με τη γυναίκα τον κόπο και τις ευθύνες της εργασίας.
Δυστυχώς όμως, ακολουθώντας τα στερεότυπα που αφορούν τους ρόλους των δυο φύλων, αφενός σχεδιάζουν μέσω του παιδαγωγικού τους έργου, κυρίως όταν είναι γονείς, το περίγραμμα των μελλοντικών σχέσεων ανδρών-γυναικών, αφετέρου ζουν με έναν «ψευδή εαυτό» και μπορεί να μη γίνουν ποτέ διεστραμμένοι, ούτε ψυχωσικοί, που είναι κάποιες από τις πιθανές εξελίξεις, αλλά αποδεικνύεται ότι είναι περισσότερο ευάλωτοι στις εξαρτητικές λύσεις (βλέπε ραγδαία αύξηση των χρηστών ψυχοφαρμάκων ανάμεσα στους ενήλικες), στα θανατηφόρα ατυχήματα και στους ψυχοσωματικούς θανάτους (βλέπε την αύξηση του ποσοστού των αντρών που πεθαίνουν από καρδιοπάθειες και τη λιγότερη διάρκεια αντρικής ζωής). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξίσωση των φύλων έχει πραγματοποιηθεί με δραματικό τρόπο σε ψυχικό επίπεδο.
Νομίζω ότι έχει έρθει η στιγμή να τονιστεί ιδιαίτερα η γυναικεία υποκειμενικότητα «που ουσιαστικά διαφυλάσσει την επανάληψη και την αιωνιότητα» (J.Kisteva). Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι οι γυναίκες πρέπει να αρκεστούν στις λειτουργίες που ανέκαθεν τους ανατέθηκε να συντηρούν, αυτές της μητέρας, της συζύγου, της νοσοκόμας και της δασκάλας που τις κάνουν να αισθάνονται αποκλεισμένες από τις κοινωνικές σχέσεις και τη γλώσσα και να μη βρίσκουν τα συναισθήματα που θα τις ανακουφίσουν. Σημαίνει όμως ότι οι λειτουργίες αυτές μπορούν να μετασχηματιστούν, να πάρουν άλλη μορφή από αυτή της θυσίας, να μεταφέρουν την εμπειρία της μητρότητας σε κοινωνικό επίπεδο ως αγάπη για τον άλλο, να τροφοδοτήσουν τις κοινωνίες με ένα λόγο πιο ελεύθερο, όχι ρομαντικό, να ονομάσουν όλα αυτά που αποκλείονται από τη mainstream πραγματικότητα: «τα αινίγματα του σώματος, τις κρυφές χαρές, τις ντροπές, τα μίση του δεύτερου φύλου…» (J.Kristeva). Και μέσα από τη μεταφορά του «αγώνα» ανάμεσα στα δυο φύλα στο εσωτερικό της προσωπικής ταυτότητας, να μπορέσουμε επιτέλους γυναίκες και άντρες να αναγνωρίσουμε τα μυθικά τέρατα που φωλιάζουν μέσα μας με τη μορφή τόσων και τόσων στερεότυπων, να χαρτογραφήσουμε τις ανεξερεύνητες περιοχές για να ξαναβρούμε τους χαμένους θησαυρούς και το δρόμο για την πολυπόθητη απόλαυση, για ποικίλες δημιουργίες ανάλογα με την ιδιαιτερότητά μας ως άτομα, για ζωή γεμάτη δοκιμασίες και διαφορές.
Έλενα Σκαρπίδου
Παρασκευή 11 Απριλίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου